Όταν η τεχνολογική υπεροχή συνάντησε την πολιτική παρακμή
Το Death Star δεν είναι απλώς ένα υπερόπλο. Είναι η ενσάρκωση της φιλοσοφίας του φόβου. Ένα γιγαντιαίο αντικείμενο τρόμου, που δεν κατασκευάστηκε σε μια μόνο εποχή, ούτε από μια μόνο πλευρά. Αντίθετα, είναι το αποτέλεσμα δεκαετιών διαφθοράς, πολέμων, προδοσίας και πολιτικού κυνισμού που ξεκινά πολύ πριν την ίδρυση της Γαλαξιακής Αυτοκρατορίας — ακόμα και πριν το τέλος της Δημοκρατίας.
Η ιστορία του δεν είναι απλώς μια τεχνολογική καταγραφή. Είναι μια ηθική παραβολή για το πώς μια κοινωνία, φοβισμένη και διχασμένη, μπορεί να γεννήσει την απόλυτη καταστροφή.
Οι πρώτες ιδέες: Από τους Geonosians στους Sith
Η πρώτη εμφάνιση των σχεδίων για ένα όπλο που καταστρέφει ολόκληρους πλανήτες έγινε στη Μάχη της Geonosis κατά την έναρξη των Clone Wars. Τα σχέδια, γνωστά ως “Ultimate Weapon,” δημιουργήθηκαν από τον Poggle the Lesser και παρουσιάστηκαν στον Count Dooku — ο οποίος, με τη σειρά του, τα μετέφερε στον Palpatine. Τα σχέδια, αν και ατελή, τέθηκαν υπό τη διαχείριση του ίδιου του Sith Άρχοντα, Darth Sidious, ο οποίος τα κράτησε μυστικά για σχεδόν ένα χρόνο.
Μέχρι τότε, η Δημοκρατία είχε ήδη αποτύχει να κατασκευάσει δικά της υπερόπλα. Ο Palpatine παρουσίασε το Death Star ως αμυντική απάντηση στους Separatists, καταφέρνοντας να πείσει επιλεγμένους αξιωματούχους και στρατιωτικούς ότι έπρεπε να ξεκινήσει η κατασκευή του — υπό πλήρη μυστικότητα, μακριά από τα μάτια των Jedi.
Από τη Δημοκρατία στην Αυτοκρατορία: Η εργασία, η εκμετάλλευση και η προδοσία
Η αρχική κατασκευή ξεκίνησε σε τροχιά γύρω από τη Geonosis. Τα εργοστάσια των Separatists κατασχέθηκαν, και τα Geonosian drones εξαναγκάστηκαν σε εργασία υπό την επίβλεψη του ανερχόμενου αξιωματικού Orson Krennic. Παρότι η πρόοδος ήταν ραγδαία, οι καταχρήσεις οδήγησαν σε στάσεις και μαζικές εκτελέσεις.
Με το τέλος του πολέμου και την ίδρυση της Αυτοκρατορίας, το πρότζεκτ μεταφέρθηκε στην Αυτοκρατορική Ναυτική Διοίκηση. Η ηγεσία άλλαξε, αλλά ο στόχος παρέμεινε ίδιος: ένα όπλο που θα εξασφάλιζε την αιώνια υπακοή των πλανητών μέσω της απόλυτης απειλής.
Η τεχνολογία του superlaser αναπτύχθηκε υπό το πρότζεκτ Celestial Power, ένα δήθεν ειρηνικό ενεργειακό πρόγραμμα. Ο επιστήμονας Galen Erso στρατολογήθηκε με δόλο, και όταν κατάλαβε τον αληθινό σκοπό της έρευνάς του, το έσκασε με την οικογένειά του με τη βοήθεια του Saw Gerrera. Αυτό το περιστατικό καθυστέρησε το έργο, ενώ η αντιπαλότητα Krennic–Tarkin κορυφώθηκε, με τον Tarkin τελικά να αναλαμβάνει τον πλήρη έλεγχο.
Σκλαβιά, μυστικότητα και αιματοχυσία
Καθώς η κατασκευή συνεχιζόταν, η Αυτοκρατορία στρατολόγησε σκλάβους — από Wookiees μέχρι κρατούμενους — για να επιταχύνει την πρόοδο. Εκατοντάδες εργοστάσια σε όλο τον γαλαξία παρήγαν κομμάτια του Death Star, αλλά κανείς δεν γνώριζε το πλήρες σχέδιο. Οι βάσεις Desolation Station, Rampart Station, και Sentinel Base λειτουργούσαν ως κόμβοι τεχνολογίας και ασφάλειας, με κάθε τους δραστηριότητα καλυμμένη κάτω από πέπλο απόλυτης μυστικότητας.
Αλλά τα προβλήματα δε σταμάτησαν. Εξεγέρσεις, διαρροές, καταστροφές και αποτυχημένες αποστολές, όπως η απόπειρα επίθεσης του Berch Teller, παραλίγο να αποκαλύψουν το έργο. Ο ίδιος ο Palpatine διέταξε τη γενοκτονία των Geonosians ώστε να διασφαλίσει πως δεν θα απομείνει κανένας μάρτυρας.
Η τελική φάση: Scarif, Jedha και το απόλυτο τίμημα
Το 1 BBY, το Death Star ήταν σχεδόν ολοκληρωμένο και είχε μεταφερθεί στον Scarif, κάτω από τον έλεγχο του Krennic. Ο Galen Erso, που είχε απαχθεί εκ νέου, συνέχισε το έργο του κάνοντας, όμως, σαμποτάζ. Μέσω του Luthen Rael, οι πληροφορίες για το όπλο πέρασαν στην Επαναστατική Συμμαχία. Η πρώτη δοκιμή έγινε στη Jedha, με χιλιάδες νεκρούς. Σύντομα ακολούθησε και το χτύπημα στον Scarif — μια πράξη που αντί να σβήσει την Επανάσταση, τη γέννησε επισήμως.
Ο Palpatine διέλυσε τη Γερουσία και αποκάλυψε την ύπαρξη του Death Star στον γαλαξία. Η ώρα της τρομοκρατίας είχε φτάσει. Αλλά γνωρίζουμε όλοι τι έγινε μετά…
Ένα σύμβολο τρόμου, χτισμένο από τη συλλογική σήψη
Το Death Star δεν ήταν μόνο ένα δημιούργημα του Sidious. Ήταν ο καρπός ενός συστήματος γεμάτου αδιαφορία, πολιτική ιδιοτέλεια και μαζική εκμετάλλευση. Δεν γεννήθηκε σε μια στιγμή — ωρίμασε μέσα από δεκαετίες ηθικής φθοράς, πολέμου και αποσιώπησης.
Και γι' αυτό, η καταστροφή του από έναν απλό αγρότη από τον Tatooine είχε τέτοια δύναμη. Γιατί δεν ήταν απλώς μια μάχη — ήταν η ανατροπή ενός μηχανισμού τρόμου που όλοι νόμιζαν ότι δεν μπορούσε να ηττηθεί.
Διαβάστε επίσης:
Cassian & Bix: Ο Έρωτας Πίσω Από Τη Θυσία Του Ήρωα Στο Andor